συγκάτημαι

Revision as of 01:48, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

German (Pape)

[Seite 966] ion. statt συγκάθημαι, Her.

French (Bailly abrégé)

ion. c. συγκάθημαι.

Greek Monotonic

συγκάτημαι: Ιων. αντί συγκάθημαι.