Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust
τῐθηνέομαι:1. Μέσ., περιποιούμαι, περιθάλπω, διατρέφω ως τροφός, σε Θέογν., Ξεν.2. διατηρώ, διατρέφω, σε Σοφ.