φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
ἕτερα: adv. иначе, по-другому: ἕ. μὲν ὁ πούς, ἕ. δὲ ὁ ῥυθμός Luc. одно дело стопа, а другое - ритм.