ἐμφανίζω

From LSJ
Revision as of 19:59, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2)

Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.

Horace, Epistles 1.34
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφανίζω Medium diacritics: ἐμφανίζω Low diacritics: εμφανίζω Capitals: ΕΜΦΑΝΙΖΩ
Transliteration A: emphanízō Transliteration B: emphanizō Transliteration C: emfanizo Beta Code: e)mfani/zw

English (LSJ)

Att. fut.

   A -ιῶ E.Fr.797: pf. ἐμπεφάνικα PSI4.400.2 (iii B. C.):—show forth, manifest, exhibit, αὐτὸς αὑτόν E.l.c., cf. Philoch.20, Plb.30.17.2, etc.; ἐ. τινὰ ἐπίορκον, ἐχθρόν, exhibit or represent him as... X.Ages.1.12, D.14.36; ἐ. οὐκ οὖσαν ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν Arist.EN1173b31; πᾶν σύμπτωμα Metrod.10:— Med., exhibit in court, PMasp.32.33 (vi A.D.):—Pass., to become visible, be manifested, τινί LXX Wi.1.2, Ev.Matt.27.53, Ph.1.107, J.AJ 1.13.1, D.L.1.7.    2 make clear or plain, Pl.Sph.244a, Men.Sam. 140, etc.; ἄστρα ἡμῖν τῆς νυκτὸς τὰς ὥρας ἐ. X.Mem.4.3.4: with a relat., τὰ παθήματα δι' ἃς αἰτίας γέγονε ἐ. Pl.Ti.61c; ἐ. τοῦτο ὅτι . . X. Cyr.8.1.26.    3 declare, explain, Arist.APr.46a24; give orders, τινὶ ποιεῖν τι Plb.6.35.8; report, περί τινος SIG412.4 (Delph., iii B.C.), cf. UPZ42.18 (ii B. C.), IG9(2).517.5 (Larissa), Michel431.6 (Iasus), etc.: —Pass., GDI2502 B41 (Delph., iv B. C.).    4 lay an information against, τινά Arg.Ar.Lys.:—Pass., ὁ -ισθείς Charond. ap. Stob.4.2.24.

German (Pape)

[Seite 819] sichtbar, deutlich machen, zeigen; ἄστρα τὰς ὥρας ἐμφ. Xen. Hem. 4, 3, 4; gew. übertr., τί τινι, Plat. Soph. 244 a; τὰ παθήματα δι' ἃς αἰτίας γέγονε Tim. 61 c; τοῦτο, ὅτι, Xen. Cyr. 8, 1, 26; τοὺς ζῶντας ὁποῖοί τινες ἂν ὦσι Aesch. 1, 128; ὃν ἡ τύχη ἀλυσιτελῆ φίλον ἐμφανίζει Dem. 14, 36; οὐκ οὖσαν ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν Arist. Eth. 10, 3, 11. Oft bei Sp. auch ἑαυτόν, seine Gesinnung zeigen, Pol. 30, 17, 2, wie Ath. II, 37 e. – Ἐμφανιστέον, ᾗ δυνατόν Plat. Tim. 65 c.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμφανίζω: μέλλ. Ἀττ. -ιῶ, παρουσιάζω, Εὐρ. Ἀποσπ. 794, Φιλόχ. παρ’ Ἀθην. 37Ε˙ Τισσαφέρνην ἐμφανίσας ἐπίορκον, φανερὸν ποιήσας ὅτι ἦτο ἐπίορκος, Ξεν. Ἀγησ. 1. 12˙ εἶθ’ ὃν ἡ τύχη καὶ τὸ δαιμόνιον φίλον μὲν ἀλυσιτελῆ, συμφέροντα δ’ ἐχθρὸν ἐμφανίζει, τοῦτον ἡμεῖς φοβώμεθα; Δημ. 188. 15: - Παθ., ἐμφανίζομαι, καὶ αὐτοῖς θεοὺς ἐμφανίζεσθαι λέγοντας Διογ. Λ. 1. 7 (ἐν τῷ Προοιμίῳ), Νέα Διαθ. 2) = ἐμφανὲς ποιῶ, ὡς τὸ ἐμφαίνω, Πλάτ. Σοφ. 244Α, κτλ.˙ ἐμφ. τινί τι Ξεν. Ἀπομν. 4. 3, 4: - μετ’ ἀναφ., τὰ παθήματα δι’ ἃς αἰτίας γέγονεν ἐμφ. Πλάτ. Τίμ. 61C· ἐμφ. ὅτι... Ξεν. Κύρ. 8. 1, 26. 3) ἐνδεικνύω, φανερώνω, ἐξηγοῦμαι, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 1. 30, 4· γνωστοποιῶ, ἵνα τέτταρσιν ἐμφανίσῃ νεανίσκοις Πολύβ. 6. 35, 8· περί τινος Ἐπιγραφ. Δελφ. 68 Curt.· ἀναγράφω, Ἐπιγρ. ἐν Hicks 182. 6.

French (Bailly abrégé)

f. ἐμφανιῶ, ao. ἐνεφάνισα, pf. inus.
faire apparaître, faire voir clairement, indiquer : τινί τι qch à qqn ; ἐμφανίζω ὅτι montrer que.
Étymologie: ἐμφανής.

Spanish (DGE)

(ἐμφᾰνίζω)
• Morfología: [tes. impf. 3a plu. ἐνεφάνισσοεν IG 9(2).517.12 (Larisa III a.C.)]
I 1c. ac. de concr. hacer visible, hacer ver, mostrar ἐνεφάνισε τὰ χρήματα ἃ ἦν μοι παρ' αὐτῷ Is.Fr.66, ἄστρα ... ἃ ἡμῖν τῆς νυκτὸς τὰς ὤρας ἐμφανίζει X.Mem.4.3.4, κήρυκες ἐμφανίζοντες ἅμα καὶ τὰ <κατὰ τὰς> σφετέρας γυναῖκας Ar.Lys.argumen.1, c. interr. indir. ἐμφανίζων ... ὅτι περὶ πολλοῦ ἐποιεῖτο μηδένα haciendo ver que a nadie menospreciaba X.Cyr.8.1.26
c. ac. de abstr. mostrar con claridad, dejar claro, poner de manifiesto τὰς ἀποδείξεις Arist.APr.46a24, (τοὺς καιρούς) Anaximen.Rh.1424b36, τὴν ἀλήθειαν Aen.Tact.6.3, ψόφον Aen.Tact.25.2, ἐμφανίσῃς γὰρ ἄλλο μηδὲ ἕν no hagas ver ninguna otra cosa Men.Sam.355, τὰ δ' ὄντα πράγματ' ἐμφανίσαι Men.Dysc.323, cf. Sam.355, τὰ δι' ἀκούσιον ἄγνοιαν γιγνόμενα Charond.Pyth.Hell.61.33, τὴν εὔνοιαν τῆς πόλεως SEG 36.1218.18 (Janto III a.C.), τὰ γεγονότα ἀδικήματα ἐν τᾷ χώρᾳ αὐτῶν ὑπὸ Ποδίλου IIasos 150.6 (III a.C.), ἀριστείην AP 7.233 (Apollonid.), τὴν ἑαυτοῦ γνώμην Aristid.Rh.2.40, cf. Cleom.2.1.452, τὸν χαρακτῆρα τῆς σκέψεως ἐμπεφανίκαμεν S.E.P.1.209.
2 c. ac. de pers. y pred. revelar, presentar como, frec. c. sent. neg. delatar Τισσαφέρνην μὲν ἐμφανίσας ἐπίορκον X.Ages.1.12, ὃν ἡ τύχη ... ἐχθρὸν ἐμφανίζει D.14.36, ἐμφανίζειν ... οὐκ οὖσαν ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν Arist.EN 1173b31, c. ac. del pron. refl. ὁ δ' αὐτὸς αὑτόν ἐμφανιεῖ σοι λέγων E.Fr.797, οἱ πίνοντες ... ἑαυτοὺς ἐμφανίζουσιν οἵτινές εἰσιν los bebedores delatan su propia naturaleza Philoch.170, cf. Plb.30.19.2
ref. la epifanía de la divinidad manifestarse, mostrarse en persona ἐμφάνισόν μοι σεαυτόν LXX Ex.33.13, ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν σεαυτόν Eu.Io.14.22, cf. Origenes Cels.6.4, ὁ πατὴρ ἐμφανίζει ἑαυτόν Ammon.Io.496.
3 en cont. de lengua aclarar, explicar detalladamente c. interr. indir. τὰ δὲ παθήματα αὐτῶν δι' ἃς αἰτίας γέγονεν πειρατέον ἐμφανίζειν hay que intentar aclarar por qué causas se originan las impresiones que éstos nos producen Pl.Ti.61c, αὐτὰ ἡμῖν ἐμφανίζετε ... τί ποτε βούλεσθε σημαίνειν Pl.Sph.244a, ταῦτα δὴ ποῖα τῶν προβλημάτων ἐντί ... δοκιμάζομες ἐμφανίξαι τοι Archim.Spir.proem.p.9, ἐμφάνισόν μοι τί δεῖ ποεῖν explícame qué debo hacer, PCair.Zen.657.4 (III a.C.), πρὸς τοὺς φίλους ἐνεφάνισε διότι ... Plb.1.32.2, en v. pas. δέον οὖν ἐστιν ἐμφανισθῆναι αὐτῇ τίς [ε] ἰμὶ Erot.Fr.Pap.Ses.260.2.8
informar, dar cuenta de, hacer saber, notificar c. dat. y part. ἵνα τέτταρσιν ... ἐμφανίσῃ νεανίσκοις ... τοῖς μέλλουσιν ἐφοδεύειν Plb.6.35.8, (πρεσβευτᾶν) ἐμφανιζόντων τάν τε τᾶς Ἀρτέμιτος ἐπιφάνειαν IG 92.1582.6 (Magnesia de Meandro III a.C.), más frec. c. constr. prep. gener. en pap. e inscr. (πρεσβευτᾶν) ἐμφανιξάντων δὲ καὶ περὶ τᾶς οἰκειοτάτος IG 92.1582.12 (Magnesia de Meandro III a.C.), cf. IEryth.35.4 (III a.C.), PHib.72.4 (III a.C.), SEG 47.143.1.10 (Atenas I a.C.), a veces c. dat. ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν ἐμπεφάνικεν περὶ τούτων τῷ δήμῳ SEG 48.1097.10 (Cos III a.C.), ὑπὲρ ὧν ἐμπεφανίκει αὐτῷ CRIA 166.12 (III/II a.C.), cf. PSI 400.2 (III a.C.), IBeroeae 1B.31 (II a.C.), UPZ 42.18 (II a.C.), ἐθισμοῦ ὄντος, ἐὰν ... τοιοῦτό τι συμβῇ, ἐμφανίζειν τοῖς ... στρατηγοῖς siendo la costumbre, si algo semejante ocurre, notificar(lo) a los estrategos, PEnteux.27.9 (III a.C.), ἐμφανίζω οὖν σοι ὅπως τὴν ἐπισζήτησιν ποιήσῃ PKöln 216.17 (III a.C.).
4 admin. presentar un documento en un registro, incluir en un registro en v. pas. ἐνεφανίσθη τοῖς ἱερομνάμοσιν ὁμόλογα las cuentas fueron presentadas a los hieromnémones, CID 2.32.41 (IV a.C.), ἐν ὑπομνήμασιν ἐμφανισθῆναι Cod.Iust.4.21.22.7, ὡς μηδὲ διαθήκας συγχωρεῖν γίνεσθαι μηδὲ γινομένας ἐμφανίζεσθαι Iust.Nou.134.3
tard. en v. med. ὥστε ... τὴν ... θείαν κέλευσιν ... ἐμφανίσασθαι τοῖς ... δικαστηρίοις presentar el mandato imperial en las oficinas del gobierno, PMasp.32.33 (VI d.C.).
II intr., en v. med.-pas. hacerse visible, manifestarse, aparecerse c. dat. de pers. θεοὺς αὑτοῖς (τοῖς Μάγοις) ἐμφανίζεσθαι λέγοντας Sot.36, ἐμφανίζεται δὲ τοῖς μὴ ἀπιστοῦσιν αὐτῷ ref. Yahveh, LXX Sap.1.2, cf. Eu.Matt.27.53, μὴ γὰρ ἐμφανισθείης μοι Ph.1.107, ἐμφανισθεὶς αὐτῷ I.AI 1.223.

English (Strong)

from ἐμφανής; to exhibit (in person) or disclose (by words): appear, declare (plainly), inform, (will) manifest, shew, signify.

English (Thayer)

(see ἐν, III:3); future ἐμφανίσω (Buttmann, 37 (32)); 1st aorist ἐνεφανισα; 1st aorist passive ἐνεφανίσθην; from Xenophon, and Plato down; (ἐμφανής);
1. to manifest, exhibit to view: ἑαυτόν τίνι, properly, to present oneself to the sight of another, manifest oneself to (to Show oneself, come to view, appear, be manifest: τίνι (of spectres, αὐτοῖς Θεούς ἐμφανίζεσθαι λέγοντες, Diag. Laërtius prooem. 7; so of God, Josephus, Antiquities 1,13, 1), τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ, of Christ appearing before God in heaven, Theophilus of Antioch ad Autol. 1,2, 4).
2. to indicate, disclose, declare, make known: followed by ὅτι, τί πρός τινα, τί κατά τίνος, to report or declare a thing against a person, to inform against one, περί τίνος, about one, δηλόω.)

Greek Monolingual

(AM ἐμφανίζω)
φανερώνω, δείχνω, παρουσιάζω
μσν.-αρχ.
εξηγώ («τὰς ἀποδείξεις ἑτοίμως ἐμφανίζειν», Αριστοτ.)
αρχ.
1. παριστάνω ή αποδεικνύω κάποιον ή κάτι ως («ἐμφανίζει οὐκ οὖσαν ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν», Αριστοτ.)
2. καθιστώ κάτι φανερό, πρόδηλο («ἡμεῑς αὐτὰ ἡμῑν ἐμφανίζετε ἱκανῶς», Πλάτ.)
3. εκθέτω, αγγέλλω
4. διατάζω, προστάζω
5. καταγγέλλω
6. μέσ. ενάγω στο δικαστήριο.

Greek Monotonic

ἐμφᾰνίζω: μέλ. Αττ. -ιῶ,
1. παρουσιάζω, εκθέτω, ἐμφ. τινὰ ἐπίορκον, φίλον, τον παρουσιάζει ως..., σε Ξεν. — Παθ., γίνομαι ορατός, εμφανίζομαι, φανερώνομαι, σε Καινή Διαθήκη
2. ξεκαθαρίζω ή καθιστώ σαφές, αποδεικνύω, τινί τι, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἐμφᾰνίζω: 1) показывать (ἄστρα ἡμῖν τὰς ὥρας τῆς νυκτὸς ἐμφανίζει Xen.; ἡ τὸ ἦθος ἐμφανίζουσα εἰκών Plut.);
2) показывать, доказывать, представлять (τὰς ἀποδείξείς Arst.; τινί τι Xen.);
3) выказывать, выявлять, обнаруживать (τὸ ψεῦδος Arst.): ἐ. ἑαυτόν Polyb. выражать свое мнение, высказываться; ἐ. τινὰ συμφέροντα Dem. обнаружить чью-л. полезность;
4) указывать, приказывать (τινὶ ποιεῖν τι Polyb.).