παμπόρφυρος

From LSJ
Revision as of 01:24, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παμπόρφῠρος Medium diacritics: παμπόρφυρος Low diacritics: παμπόρφυρος Capitals: ΠΑΜΠΟΡΦΥΡΟΣ
Transliteration A: pampórphyros Transliteration B: pamporphyros Transliteration C: pamporfyros Beta Code: pampo/rfuros

English (LSJ)

ον,

   A all-purple, Pi.O.6.55.

German (Pape)

[Seite 454] ganz purpurn, Pind. Ol. 6, 55.

Greek (Liddell-Scott)

παμπόρφῠρος: -ον, ὁλοπόρφυρος, Πινδ. Ο. 6. 91.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
tout empourpré.
Étymologie: πᾶν, πορφύρα.

English (Slater)

παμπόρφῠρος, -ον
   1 deep-purple ἴων ξανθαῖσι καὶ παμπορφύροις ἀκτῖσι (O. 6.55)

Greek Monolingual

παμπόρφυρος, -ον (Α)
κατακόκκινος, ολοπόρφυρος («ξανθαῑς καὶ παμπορφύροις ἀκτῑσι», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + πορφυρός].

Greek Monotonic

παμπόρφῠρος: -ον (πορφύρω), ολοπόρφυρος, σε Πίνδ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παμπόρφυρος -ον [πᾶς, πορφύρα] geheel purper.

Russian (Dvoretsky)

παμπόρφῠρος: весь пурпурный (ἀκτῖνες Pind.).