ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
P. ποικιλία, ἡ, V. περιπλοκαί, αἱ.
obscurity: P. ἀσάφεια, ἡ (Plato).