μεσουράνησις

From LSJ
Revision as of 17:20, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

τίκτει γὰρ κόρος ὕβριν, ὅταν πολὺς ὄλβος ἕπηται ἀνθρώποις ὁπ̣όσοις μὴ νόος ἄρτιος ἦι → satiety breeds arrogance whenever men with unfit minds have great wealth

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσουρᾰνησις Medium diacritics: μεσουράνησις Low diacritics: μεσουράνησις Capitals: ΜΕΣΟΥΡΑΝΗΣΙΣ
Transliteration A: mesouránēsis Transliteration B: mesouranēsis Transliteration C: mesouranisis Beta Code: mesoura/nhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A culmination, Str.2.1.18 (pl.), Gem.2.21, al., Ptol.Alm.8.4 (pl.), Plot.3.1.5 (pl.).

German (Pape)

[Seite 140] ἡ, das Culminiren der Sonne um Mittag, auch die Mittagslinie, Strab. II, 75 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μεσουράνησις: ἡ, ἡ τοῦ ἡλίου θέσις ἐν τῷ μεσημβρινῷ, Στράβ. 75.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
arrivée d’un astre, particul. du soleil, au méridien.
Étymologie: μεσουρανέω.

Greek Monotonic

μεσουράνησις: ἡ (οὐρανός), η θέση του ήλιου στον ουρανό κατά το μεσημέρι, σε Στράβ.

Middle Liddell

μεσ-ουράνησις, ιος, ἡ, οὐρανός
the sun's place in meridian, Strab.