δωδεκαετηρίς
From LSJ
Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A cycle of twelve years, τοῦ Διός Gp.1.12 tit.: pl., title of Orphic work, Suid.
German (Pape)
[Seite 693] ίδος, ἡ, Zeitraum von 12 Jahren, Geop. u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
δωδεκαετηρίς: -ίδος, ἡ, χρονικὸν διάστημα ἢ κύκλος δώδεκα ἐτῶν, Γεωπ. 1, 12, Τζέτζ.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
ciclo de doce añosdel planeta Júpiter Gp.1.12 tít., cf. Heph.Astr.2.29.9, de los planetas Júpiter y Saturno, Procl.in R.2.24, αἱ Δωδεκαετηρίδες tít. de un poema órfico, Sch.Lyc.523, cf. δεκαετηρίς II 3.