βροντεῖον

Revision as of 16:55, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

τό,    A engine for making stage-thunder, Poll.4.130.

German (Pape)

[Seite 464] τό, Donnermaschine auf dem Theater, Poll. 4, 130.

Greek (Liddell-Scott)

βροντεῖον: τό, μηχανὴ πρὸς παραγωγὴν βροντῶν ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ θεάτρου, Πολυδ. Δ΄, 130.

Spanish (DGE)

-ου, τό
aparato para imitar en la escena el ruido del trueno Poll.4.130.

Greek Monolingual

βροντεῑον, το (Α) βροντή
μηχάνημα του αρχαίου θεάτρου για την παραγωγή βροντής.