εἰσάκτης
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
ου, ὁ, A introducer, Gloss.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ 1 consejero, asesorglos. a εἰσηγητής Hsch., cf. Gloss.2.286.
2 recaudador de impuestos εἰσάκτον (sic) τῶν δημοσίων PMich.Teb.245.5 (I d.C.), cf. OMich.989.4 (III d.C.).