καταθρύβω
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
English (LSJ)
A = καταθρύπτω, λάγανον Bilabel Ὀψαρτ.p.11.
Greek Monolingual
καταθρύβω (Α)
βλ. καταθρύπτω.
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Full diacritics: καταθρύβω | Medium diacritics: καταθρύβω | Low diacritics: καταθρύβω | Capitals: ΚΑΤΑΘΡΥΒΩ |
Transliteration A: katathrýbō | Transliteration B: katathrybō | Transliteration C: katathryvo | Beta Code: kataqru/bw |
A = καταθρύπτω, λάγανον Bilabel Ὀψαρτ.p.11.
καταθρύβω (Α)
βλ. καταθρύπτω.