μονόβιβλος

From LSJ
Revision as of 12:51, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μονόβιβλος Medium diacritics: μονόβιβλος Low diacritics: μονόβιβλος Capitals: ΜΟΝΟΒΙΒΛΟΣ
Transliteration A: monóbiblos Transliteration B: monobiblos Transliteration C: monovivlos Beta Code: mono/biblos

English (LSJ)

ὁ, or μονό-βιβλον, τό,    A single book or volume, Prop.1 tit., Gal.1.410, Ammon.Vit.Arist.p.11 W., Lyd.Mag.1.28, Suid. s.v. Φιλάγριος.

German (Pape)

[Seite 202] aus einem Buche bestehend, auch τὸ μονοβίβλιον, eine solche Schrift, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

μονόβιβλος: ὁ, καὶ μονόβιβλον, τό, ἐξ ἑνὸς μόνου βιβλίου ἢ ἓν μόνον βιβλίοντόμος, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. 321, Σουΐδ. ἐν λ. Φιλάγριος, Reitz. εἰς Θεόφ. 2. 1237.

Greek Monolingual

μονόβιβλος, ὁ (ΑΜ)
βλ. μονόβιβλον.