νευρόπαχυς
From LSJ
Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → Root of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)
English (LSJ)
υ, A with a thick sinewy coat, of a vein, Hp.Oss.15.
Greek Monolingual
νευρόπαχυς, -υ (Α)
(για φλέβα) αυτός που έχει παχύ και νευρώδες περίβλημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον + παχύς.