περσικών
From LSJ
συνερκτικός γάρ ἐστι καὶ περαντικός, καὶ γνωμοτυπικὸς καὶ σαφὴς καὶ κρουστικός, καταληπτικός τ' ἄριστα τοῦ θορυβητικοῦ → he's intimidative, penetrative, aphoristically originative, clear and aggressive, and superlatively terminative of the obstreperative
English (LSJ)
ῶνος, ὁ, A peach-orchard, IG22.2776.91, 113.
Greek Monolingual
-ῶνος, ὁ, Α
κήπος με ροδακινιές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περσική «ροδακινιά» + επίθημα -ών (πρβλ. αμπελ-ών)].