ἀνακτόρεος
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
English (LSJ)
α, ον, A = ἀνακτόριος, of the emperor, ἐχθρός APl.5.350.
German (Pape)
[Seite 194] königlich, θόωκος Anth. (Plan. 336).
Spanish (DGE)
-α, -ον
palatino, imperial, ἄναξ πολέμιζεν ... ἐχθρῷ ἀνακτορέῳ AP 16.350, ποσσὶν ἀνακτορέοισιν Paul.Sil.Soph.244, cf. ἀνακτόριος.