ἐπιδικασία
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ἡ, A process at law to obtain an inheritance, Is.3.41, 61 (pl.), Lexap.D.43.16, Ph.2.443; τῆς θυγατρός for her hand as heiress, Is.3.72.
German (Pape)
[Seite 938] ἠ, der Rechtshandel um eine Erbschaft, die man in Anspruch nimmt, κλήρου Is. 3, 14. 11, 15; Dem. or. 43, öfter, u. A.
Greek Monolingual
ἐπιδικασία, ἡ (Α) επιδικάζω
1. διαδικασία για απόκτηση κληρονομιάς
2. απαίτηση του πλησιέστερου συγγενή να παντρευτεί επίκληρον.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιδῐκᾰσία: ἡ юр. иск о наследстве Dem., Arst.: ἐ. τῆς θυγατρός Isae. иск о присуждении руки дочери-наследницы.