καλοδιδάσκαλος

From LSJ
Revision as of 10:35, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ὑπὲρ κεφαλῆς γῆρας ὑπερκρέμαται → old age hangs over one's head

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλοδῐδάσκᾰλος Medium diacritics: καλοδιδάσκαλος Low diacritics: καλοδιδάσκαλος Capitals: ΚΑΛΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
Transliteration A: kalodidáskalos Transliteration B: kalodidaskalos Transliteration C: kalodidaskalos Beta Code: kalodida/skalos

English (LSJ)

ὁ, A teacher of virtue, Ep.Tit.2.3.

German (Pape)

[Seite 1312] ὁ, ein guter Lehrer, N. T.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰλοδιδάσκαλος: ὁ, διδάσκαλος ἀρετῆς, Ἐπιστ. π. Τίτον β΄, 3.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
qui enseigne le bien, professeur de vertu.
Étymologie: καλός, διδάσκαλος.

English (Strong)

from καλός and διδάσκαλος; a teacher of the right: teacher of good things.

English (Thayer)

καλοδιδασκαλου, ὁ, ἡ (διδάσκαλος and καλόν, cf. ἱεροδιδασκαλος, νομοδιδάσκαλος, χοροδιδάσκαλος), teaching that which is good, a teacher of goodness: Titus 2:3. Nowhere else.

Greek Monolingual

καλοδιδάσκαλος, ὁ (Α)
αυτός που διδάσκει την αρετή.

Greek Monotonic

κᾰλοδιδάσκαλος: ὁ, δάσκαλος της αρετής, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

καλοδιδάσκαλος: ὁ хороший наставник, учащий добру NT.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καλοδιδάσκαλος -ον [καλός, διδάσκαλος] het goede onderwijzend.

Middle Liddell

κᾰλο-διδάσκαλος, ὁ,
a teacher of virtue, NTest.

Chinese

原文音譯:kalodid£skaloj 卡羅-笛打士卡羅士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:完全的-教(者)
字義溯源:善的教師,教師,教人行善;由(καλός)*=美好的)與(διδάσκαλος)=教師)組成; (διδάσκαλος)出自(διδάσκω)=教); (διδάσκω)出自(δαπάνη)Y*=學)
出現次數:總共(1);多(1)
譯字彙編
1) 教人行善(1) 多2:3