Σκοτιά
From LSJ
Ῥᾳθυμίας περίφευγε (γὰρ φεῦγε) καὶ κακοὺς φίλους → Malos amicos et levitatem omnem fuge → Die schlechten Freunde meide und Vergnügungssucht
English (LSJ)
epith. of Aphrodite in Egypt, Hsch.
Greek Monolingual
Α σκότος
(κατά τον Ησύχ.) προσωνυμία της Αφροδίτης στην Αίγυπτο.