ἀκρογένειος
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ον, A with prominent chin, Arist.Phgn.812b24.
German (Pape)
[Seite 83] mit spitzem Kinne, Arist. Physiogn. 5 p. 812, 24.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκρογένειος: -ον, ὁ ἔχων τὸ γένειον, δηλ. τὸ «πηγοῦνι», προτεταμένον ἢ ὀξύ, Ἀριστ. Φυσιογν. 6. 40.
Spanish (DGE)
-ον con prognatismo Arist.Phgn.812b24.
Greek Monolingual
ἀκρογένειος, -ον (Α)
αυτός που έχει προτεταμένο ή οξύ πιγούνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + γένειον «πιγούνι»].
Russian (Dvoretsky)
ἀκρογένειος: с выдающимся вперед или острым подбородком Arst.