γάλαξ
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
ακος, ἡ, a kind of shellfish, prob. Mactra lactea, Arist.HA 528a23.
German (Pape)
[Seite 471] γάλακες, αἱ, eine glatte Muschel, Arist. H. A. 4, 4, v.l. γαλάδες.
Greek (Liddell-Scott)
γάλαξ: ἡ, εἶδος μαλακοστράκου, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 4. 4. 6.
Spanish (DGE)
v. γάλα.
-ακος, ἡ
ict. un molusco quizá Spisula subtruncata da Costa, Arist.HA 528a23.
Greek Monolingual
γάλαξ, η (Α)
είδος οστρακόδερμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γάλα, ονομασία που οφείλεται στο χρώμα του].
Russian (Dvoretsky)
γάλαξ: ᾰκος ὁ галак (моллюск, предполож. из класса пластинчато-жаберных) Arst.