κοχλοειδής

From LSJ
Revision as of 02:20, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut

Menander, Monostichoi, 93
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοχλοειδής Medium diacritics: κοχλοειδής Low diacritics: κοχλοειδής Capitals: ΚΟΧΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: kochloeidḗs Transliteration B: kochloeidēs Transliteration C: kochloeidis Beta Code: koxloeidh/s

English (LSJ)

ές, = κοχλιοειδής, γραμμή conchoid, Papp.244, etc.

Greek Monolingual

κοχλοειδής, -ές (AM)
κοχλιοειδής.
επίρρ...
κοχλοειδῶς (Α)
σαν το όστρακο του κοχλία, σπειροειδώς, κοχλιοειδώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόχλος + -ειδής (< εἶδος)].