ἐκβομβέω
From LSJ
Στερρῶς φέρειν χρὴ συμφορὰς τὸν εὐγενῆ → Tolerare casus nobilem animose decet → Ertragen muss der Edle Unglück unbeugsam
English (LSJ)
thunder forth, Poll.1.118.
Spanish (DGE)
atronar, resonar, βροντή Poll.1.118.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκβομβέω: περιηχῶ, ἐκβοῶ, Ἰω. Δαμ. Ἐπιστ. εἰς Θεοφ. σ. 126, Πολυδ. Α΄, 118.