νωθρεία
From LSJ
ἡ Νέμεσις προλέγει τῷ πήχεϊ τῷ τε χαλινῷ μήτ' ἄμετρόν τι ποιεῖν μήτ' ἀχάλινα λέγειν → Nemesis warns us by her cubit-rule and bridle neither to do anything without measure nor to be unbridled in our speech
English (LSJ)
ἡ, sluggishness, torpor, indolence, Erot. s.v. βλακεύειν, Aristid.Quint.2.3, v.l. in Poll.3.122.
Greek (Liddell-Scott)
νωθρεία: ἡ, νωθρότης, δυσκινησία, χαυνότης, Πολυδ. Γ΄, 122., Θ΄, 137, Κλήμ. Ἀλ. 850, κτλ. Ἐν τοῖς Ἀντιγράφ. συχνάκις φέρεται νωθρία, Ἰων. -ίη, Ἱππ. 79Η, 151G.
Greek Monolingual
νωθρεία, ἡ (ΑΜ) νωθρεύω
νωθρότητα, οκνηρότητα.
German (Pape)
ἡ, Langsamkeit, Trägheit, Vetera Lexica.