ἧς ἂν ἐπ' ἐλάχιστον ἀρετῆς πέρι ἢ ψόγου ἐν τοῖς ἄρσεσι κλέος ᾖ → of whom there is least talk either for praise or blame, of whom there is least notoriety among the men either for praise or blame
ἡ, Μ
η χρησιμοποίηση της λέξης πρόσωπον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόσωπον + -λεξία (< -λεκτος < λέγω), πρβλ. νεολεξία].