τρίνευρος
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
-η, -ο, Ν
(για φύλλα φυτού) αυτός που έχει τρία νεύρα, τρεις νευρώσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + νευρος (< νεύρο), πρβλ. πολύνευρος].