ταυριανός
έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά → Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless | Tell him yourself, poor brother, what it is you need! For abundance of words, bringing delight or being full of annoyance or pity, can sometimes lend a voice to those who are speechless.
German (Pape)
[Seite 1073] im Zeichen des Stiers geboren, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ταυριανός: -ή, -όν, ὁ γεννηθεὶς ὑπὸ τὸν ἀστερισμὸν τοῦ Ταύρου, κατὰ τοὺς ἀστρολόγους, Βασίλ. Ι. 129, Καισάριος 988, πρβλ. κριανός, σκορπιανός.
Greek Monolingual
-ή, -όν, ΜΑ
αυτός που γεννήθηκε στον αστερισμό του Ταύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + κατάλ. -ιανός (πρβλ. λεοντιανός)].