κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
η / σαρκολαβίς, -ίδος, ΝΜΑχειρουργικό εργαλείο, ο σαρκολάβος.[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + λαβίς.