μεγάλα ταῖς ἐλπίσι περινοέω → cherish great anticipations, form great projects
ὠκύσημος: -ον, (σῆμα) ὁ ταχέως παρατηρηθείς, «ὠκύσημον· ταχέως φανερὸν» Ἡσύχ.