ἀκοντιστύς
From LSJ
Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
English (LSJ)
ύος, ἡ,
A = ἀκόντισις, game of the dart, ἀκοντιστὺν ἐσδύσεαι Il.23.622.
German (Pape)
[Seite 77] ύος, ἡ, das Speerwerfen, Hom. einmal, Iliad. 28, 622.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκοντιστύς: -ύος, ἡ Ἰων. ἀντὶ ἀκόντισις, ὁ ἀγὼν τοῦ ἀκοντίου (ὡς τὸ ἐν τῇ Ἀνατολῇ τζιρίτ), οὐδὲ τ’ ἀκοντιστὺν ἐσδύσεαι, «οὐδ’ εἰς ἀγῶνα ἀκοντίου κατελεύση», Ἰλ. Ψ. 622, και σχόλια αὐτόθι.