Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχη → Fortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück
ὁμοδούλως: Ἐπίρρ. τοῦ ὁμόδουλος, Εὐμάθ. σελ. 58, ἔκδ. Teuch.