Καρχηδών

From LSJ
Revision as of 19:47, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_3)

εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Καρχηδών Medium diacritics: Καρχηδών Low diacritics: Καρχηδών Capitals: ΚΑΡΧΗΔΩΝ
Transliteration A: Karchēdṓn Transliteration B: Karchēdōn Transliteration C: Karchidon Beta Code: *karxhdw/n

English (LSJ)

όνος, ἡ, Carthage, Hdt.3.19, S.Fr.602:—Adj. Καρχηδόνιος, α, ον, Carthaginian, Hdt. l.c., etc.; Καρχηδονιακός, ή, όν

   A, κόλπος Str.17.3.13.

Greek (Liddell-Scott)

Καρχηδών: -όνος, ἡ, «μητρόπολις Λιβύης, διασημοτάτη πόλις, ἀπὸ Καρχηδόνος Φοίνικος» (Στ. Βυζάντ.), Ἡρόδ. 3. 19, Σοφ. Ἀποσπ. 536·―ἐπίθ. Καρχηδόνιος, α, ον, αὐτόθι· Καρχηδονιακός, ή, όν, Στράβ. 832.

French (Bailly abrégé)

όνος (ἡ) :
Carthage.
Étymologie: du phén. Qart-hadasht « la ville neuve ».