Ἁλικαρνασσός
τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.
English (LSJ)
Ion. Ἁλικαρνησσός, ἡ, Halicarnassus, Hdt.1.144, etc.:—Adj. Ἁλικαρνασσεύς, έως, Ion. Ἁλικαρνησσεύς, έος, ὁ, Halicarnassian, Hdt.l.c., SIG45.2 (-σσ- expressed by T), etc.:— fem. Ἁλικαρνασσίς, ίδος, ἡ, Aristodem.1.5. Ἁλικαρνασσόθεν, Adv.
A from Halicarnassus, Luc.Dom.20.
Greek (Liddell-Scott)
Ἁλικαρνασσός: Ἰων. -νησός, (δι’ ἑνὸς σ), ἡ, Δωρικὴ πόλις τῆς Καρίας, Ἡρόδ., κτλ.: Ἁλικαρνασσεύς, έως, Ἰων. -νησεύς, -έος, ὁ, ὁ ἐξ Ἁλικαρνασσοῦ, ὁ αὐτ. - Ἁλικαρνασσόθεν, ἐπίρρ. ἐξ Ἁλικαρνασσοῦ, Λουκ. περὶ τοῦ Οἴκου 20. - Περὶ τῶν τύπων δι’ ἑνὸς σ ἴδε Βουττμ. Δ. Γραμμ. 2, σ. 387: ἐν τῇ Ἁλικαρνασσῷ τοῦ Newton (Ἐπιγρ. Ι) ἀπαντᾷ γεν. πληθ. Ἁλικαρνατέων.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
ou Ἁλικαρνασός, (ion.) Ἁλικαρνησός;
Halicarnasse (auj. Bodrum), ville de Carie, patrie d’Hérodote.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
• Alolema(s): -νησσός SIG 45.40 (V a.C.), Hdt.1.144; -νασός Str.8.6.14
Halicarnasociu. griega en Caria, actual Bodrum, Hdt.1.144, 175, 2.178, Lys.28.12, Th.8.42, Str.8.6.14.