Search results
There is a page named "Κυμώ" on this wiki. See also the other search results found.
- General | Authors & Works Κῡμώ: -οῦς, ἡ, ἡ πλήρης κυμάτων, Νηρηΐς τις, Ἡσ. Θ. 255. οῦς (ἡ) : Kymô, Néréide. Étymologie: κῦμα. Κυμώ, -οῡς, ἡ (Α) κύμα (όν903 bytes (72 words) - 09:45, 13 January 2019
- κυματίζω, κυμάτιο, κυματόεις, κυματώ, κυματώδης αρχ. κυμάς, κυματηρός, κυματίας, Κυμώ αρχ.-μσν. κυμαίνω μσν. κυματηδόν νεοελλ. κυματική, κυματούσα. ΣΥΝΘ. κυματοειδής5 KB (320 words) - 13:20, 28 March 2021
- κυματίζω, κυμάτιο, κυματόεις, κυματώ, κυματώδης αρχ. κυμάς, κυματηρός, κυματίας, Κυμώ αρχ.-μσν. κυμαίνω μσν. κυματηδόν νεοελλ. κυματική, κυματούσα. ΣΥΝΘ. κυματοειδής25 KB (2,560 words) - 15:11, 29 October 2021