ὑπεναντίος
English (LSJ)
α, ον Arist.Pol.1327a17, Plu.Ages.24; but ος, ον Pl. Alc.2.139b:—
A set over against, meeting, ἵπποι ὑ. ἀλλήλοισιν Hes.Sc. 347.
2 set against, opposite, of enemies in battle, τοὺς σφίσιν ὑ. Th.2.2; οἱ ὑ. the enemy, X.Cyr.1.6.38, cf. D.18.148, etc.
3 opposed, opposite, contrary, γένη Pl.Plt. 306e; of contrary properties, τὸ ὑ. Hp.VM13; ὑπεναντιωτάτοις τε πλείστοις χρώμενον = endued with most qualities most opposed to one another, Alex.141.2; ἰχθῦς ὑ. αὑτοῖσι Damox.2.37: freq. c. dat., opposite or contrary to, ὁ ὑπεναντία τούτοισι λέξας Hdt.7.50, cf. X.HG4.8.24 (Sup.), Pl.Tht.176a, Lg.810d, Epicur.Ep.1p.28U., Abh.Berl.Akad.1925(5).7 (Cyrene, iii B. C.), SIG 613.28 (Delph., ii B. C.), Wilcken Chr.27.1 (ii A. D.), etc.; so ὑ. πρός τι Arist.Pol.1328b41; πρὸς δημοκρατίαν IG22.657.48: as substantive, τὸ ὑ. τούτου.. πέφυκε is in character the opposite of this, Hdt.3.80; τὰ ὑ. τούτων on the contrary, Id.7.153; τὰ ὑ. incongruities, Arist.Po.1455a26, cf. 1461b23.
4 of logical propositions, subcontrary, Steph. in Int.30.38. Adv. ὑπενανίως ib.32.24.
b Math., subcontrary, τομή Apollon.Perg.1.5; of a mean, Archyt.2, Papp.84.14, etc.
II Adv. ὑπεναντίως = in a manner contrary to, τοῖς νόμοις Aeschin.3.8; ὑπεναντίως ἔχειν = to be opposed, Arist.GA719a28; ὑπεναντίως κεῖσθαι ib.719b18; περί τινα ὑ. ὑπάρχει πρός τι Id.HA500a13, al., cf. Phld.Po.5.19; ὑ. θεραπεύσεις Aët.16.52: also neut. pl. ὑπεναντία as adverb, IG22.1258.8, 7.2225.36 (Thisbe, ii B. C., senatus consultum).
German (Pape)
[Seite 1187] etwas entgegengesetzt, gegenüberstehend, τινί; Hes. Sc. 347; Thuc. 2, 2; Plat. Theaet. 176 a u. öfter; Dem. 24, 108; – feindlich, Xen. Cyr. 1, 6, 38 u. öfter; ὁ ὑπ., der Gegner, Plut. Thes. 3; Pol. 1, 11, 14 u. öfter, u. a. Sp.; – τὸ ὑπεναντίον τούτου, im Gegentheil hiervon, Her. 3, 80. – Adv., Sp., wie Plut. Marc. 22.
French (Bailly abrégé)
ος ou α, ον :
placé en face de, à l'opposite, d'où
1 opposé à, τινι ; ὁ ὑπεναντίος l'ennemi;
2 opposé, contraire ; avec le dat. : contraire à ; τὸ ὑπεναντίον le contraire.
Étymologie: ὑπό, ἐναντίος.
Russian (Dvoretsky)
ὑπεναντίος:
I 3
1 противоположный, противный (τινί Hes., Thuc., Plat. etc.);
2 враждебный (τινί NT).
II ὁ противник Xen., NT.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπεναντίος: -α, -ον, Πλουτ. Ἀγησ. 24· ἴσως ος, ον, Πλάτ. Ἀλκ. 1. 139Β· ― ὁ κείμενος ἀπέναντι, ἀντικείμενος, συναντῶν, ἵπποι ὑπ. ἀλλήλοισιν Ἡσ. Ἀσ. Ἡρ. 347. 2) τεταγμένος ἐναντίον ἢ ἀπέναντι, ἐπὶ πολεμίων ἐν μάχῃ, τοὺς σφίσιν ὑπ. Θουκ. 2. 2· οἱ ὑπ., οἱ πολέμιοι, οἱ ἐχθροί, Ξεν. Κύρου Παιδ. 1. 6, 38, κλπ. 3) ἀντικείμενος, ἐναντίος, ἀντίθετος, γένη Πλάτ. Πολιτικ. 306Ε· ὁ ἔχων ἀντιθέτους ἰδιότητας, Ἱππ. Ἀρχ. Ἰητρ. 13· ὑπεναντιωτάτοις... πλείστοις χρώμενον, ἔχοντα πλείστας ἐναντίας ἰδιότητας, πλεῖστον ὅσον ἀντιμαχομένας πρὸς ἀλλήλας, Ἄλεξις ἐν «Μανδραγοριζομένῃ» 1. 2· ἐξ ἰχθύων ὑπεναντίων αὐτοῖσι Δαμόξενος ὁ «Κωμωδοποιὸς» ἐν «Συντρόφοις» 1, 37· ― συχν. μετὰ δοτ., ἐναντίος ἢ ἀντίθετος πρός τι, ὁ ὑπεναντία τούτοις λέξας Ἡρόδ. 7. 50, 1, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 4. 8, 24, Πλάτ. Θεαίτ. 176Α, Νόμ. 810D, κλπ.· οὕτω, ὑπ. πρός τι Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 9, 3· ― ὡς οὐσιαστ., τὸ ὑπεναντίον... πέφυκε, τὸ ἐναντίον συνήθως συμβαίνει, Ἡρόδ. 3. 80· τὰ ὑπ. τούτων = τοὐναντίον, ὁ αὐτ. 7. 153· τὰ ὑπεναντία, τὰ ἀντίθετα, Ἀριστ. Ποιητ. 17, 1., 25, 30. 4) ἐπὶ λογικῶν προτάσεων ἢ κρίσεων, ἀλλὰ μόνον παρὰ τοῖς μεταγεν. ΙΙ. Ἐπίρρ. -ίως, κατὰ τρόπον ἐναντίον πρός..., τῷ νόμῳ Αἰσχίν. 54, ἐν τέλ.· ὑπ. ἔχω, εἶμαι ἀντίθετος, Ἀριστ. π. Ζῴων Γεν. 1. 12, 1· οὕτω, ὑπ. κεῖσθαι αὐτόθι 6· ὑπ. ὑπάρχει τινι πρός τι ὁ αὐτ. π. Ζ. Ἱστ. 2. 1, 38, κ. ἀλλ.
English (Strong)
from ὑπό and ἐναντίος; under (covertly) contrary to, i.e. opposed or (as noun) an opponent: adversary, against.
English (Thayer)
ὑπεναντια, ὑπεναντίον;
a. opposite to; set over against: ἵπποι ὑπεναντίοι ἀλληλοι, meeting one another, Hesiod scut. 347.
b. tropically (Plato, Aristotle, Plutarch, others), opposed to, contrary to: τινα, Lightfoot); ὁ ὑπεναντίος as a substantive (Xenophon, Polybius, Plutarch), an adversary, Sept. Sept. for אויֵב, צָר); often in the O. T. Apocrypha.
Greek Monolingual
-α, -ο / ὑπεναντίος, -α, -ον, ΝΑ
νεοελλ.
φρ. «υπενάντιες κρίσεις»
(λογ.) αντίθετες κρίσεις από τις οποίες η μία είναι μερική καταφατική και η άλλη μερική αποφατική, όπως είναι λ.χ. οι κρίσεις: μερικοί πολιτικοί είναι αξιόπιστοι και μερικοί πολιτικοί δεν είναι αξιόπιστοι
αρχ.
1. αυτός που βρίσκεται απέναντι, αντικείμενος («ἵπποι ὑπεναντίοι ἀλλήλοισι», Ησίοδ.)
2. εναντίος, αντίθετος
3. αυτός που έχει αντίθετες ιδιότητες
4. ανταγωνιστής, πολιτικός αντίπαλος
5. πολέμιος, εχθρός
6. φρ. «τὸ ὐπεναντίον πέφυκε» — το αντίθετο συνήθως συμβαίνει (Ηρόδ.).
Greek Monotonic
ὑπεναντίος: -α, -ον,
I. 1. αυτός που βρίσκεται απέναντι, αυτός που συναντά, απαντά, ἀλλήλοισιν, σε Ησίοδ.
2. αυτός που βρίσκεται εναντίον, αντίθετος, λέγεται για αντιπάλους, εχθρούς στην μάχη, σε Θουκ.· οἱ ὑπεναντίοι, οι εχθροί, σε Ξεν.
3. ενάντιος, αντίθετος· με δοτ., αντίθετος ή ενάντιος σε, σε Ηρόδ., Ξεν.· ως ουσ., τὸ ὑπεναντίον τούτου πέφυκε, συνήθως συμβαίνει το αντίθετο, σε Ηρόδ.· τὰ ὑπενάντια τούτων, αντιθέτως, απεναντίας, τουναντίον, στον ίδ.
II. επίρρ. -ίως, με τρόπο ενάντιο προς, τῷ νόμῳ, σε Αισχίν.
Middle Liddell
I. set over against, meeting, ἀλλήλοισιν Hes.
2. set against, opposite, of enemies in battle, Thuc.; οἱ ὑπ. the enemy, Xen.
3. opposed, opposite: c. dat. opposite or contrary to, Hdt., Xen.: —as substantive, τὸ ὑπεναντίον τούτου πέφυκε the contrary hereto generally happens, Hdt.; τὰ ὑπ. τούτων on the contrary, Hdt.
II. adv. -ίως, in a manner contrary to, τῷ νόμῳ Aeschin.
Chinese
原文音譯:Øpenant⋯oj 虛普-恩-安提哦士
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:下到-在內-相對 相當於: (אֹיֵב)
字義溯源:敵對的,反對的,有礙於,相對的;由(ὑπό)*=被,在⋯下)與(ἐναντίος)=反對)組成,其中 (ἐναντίος)出自(ἔναντι)=在⋯面前), (ἔναντι)又由(ἐν / ἐμμέσῳ / ἐννόμως)*=在,入)與(ἀντί)*=相對)組成
出現次數:總共(2);西(1);來(1)
譯字彙編:
1) 敵對者的(1) 來10:27;
2) 有礙於(1) 西2:14
English (Woodhouse)
Mantoulidis Etymological
(=ἀντικρυνός, ἀντίθετος, ἀντίπαλος). Ἀπό τό ὑπό + ἐναντίος (ἄντα = ἀπέναντι). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: ὑπεναντιοῦμαι, ὑπεναντιότης, ὑπεναντίωμα, ὑπεναντίωσις.