Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
(AM ἀπέναντι) επίρρ.έναντι, αντίκρυνεοελλ.1. ενώπιον, κατά πρόσωπον2. σε σχέση με («απέναντί μου έδειξε καλοσύνη»)3. για μερική απόσβεση («έδωσε απέναντι δέκα χιλιάδες»).