Μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῦδε, τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν -> Oh! my soul do not aspire to eternal life, but exhaust the limits of the possible
εὔαγρος, -ον (Α) 1. αυτός που είναιτυχερός στο κυνήγι 2. αυτός που παρέχει καλό κυνήγι, καλή άγρα 3. επίθ. του Πανός 4. επίθ. του Άρη. [ΕΤΥΜΟΛ.<ευ+ -αγρος (<αγρός), πρβλ.φίλ-αγρος, βό-αγρος].