κυκλότης
German (Pape)
[Seite 1527] ητος, ἡ, das Rundsein, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
κυκλότης: -ητος, ἡ, ἡ ἰδιότης τοῦ κυκλικοῦ ἢ κυκλοτεροῦς, στρογγυλότης, Ἐκκλ.
[Seite 1527] ητος, ἡ, das Rundsein, K. S.
κυκλότης: -ητος, ἡ, ἡ ἰδιότης τοῦ κυκλικοῦ ἢ κυκλοτεροῦς, στρογγυλότης, Ἐκκλ.
κυκλότης, -ητος, ἡ (Α) κύκλος
η ιδιότητα του κυκλικού.