λεκάνορα
Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ -> The unexamined life is not worth living
Plato, Apology of Socrates 38aGreek Monolingual
η
βοτ. γένος λειχήνων με φλοιώδη θαλλό, το οποίο ανήκει στην τάξη λεκανορώδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lecanora < λεκάνη + ὥρα].