το, Νείδος ψωμιού που έχει ψηθεί δύο φορές, παξιμάδι στρογγυλό ή τετράγωνο, γαλέτα.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάθω (πρβλ. πλάστ-ης) + κατάλ. -άρι (πρβλ. στριφτ-άρι)].