Ῥωμαϊστής
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is a performance, you came, you saw, you departed
Democritus, fr. 115 D-KFull diacritics: Ῥωμᾰϊστής | Medium diacritics: Ῥωμαϊστής | Low diacritics: Ρωμαϊστής | Capitals: ΡΩΜΑΪΣΤΗΣ |
Transliteration A: Rhōmaïstḗs | Transliteration B: Rhōmaistēs | Transliteration C: Romaistis | Beta Code: *(rwmai+sth/s |
οῦ, ὁ, A actor of Latin comedies, IG11(2).133.81 (Delos, ii B.C.).
ο / ῥωμαϊστής, ΝΑ ῥωμαΐζω
αυτός που ασχολείται με την ιστορία και τους θεσμούς της αρχαίας Ρώμης και ιδίως νομικός ασχολούμενος ειδικά με το Ρωμαϊκό Δίκαιο
αρχ.
ηθοποιός τών λατινικών κωμωδιών.