Πτώιος

From LSJ

Ψεῦδος δὲ μισεῖ πᾶς σοφὸς καὶ χρήσιμος → Mendacium odit, qui vir est frugi et sapit → Die Lüge hasst der Weise und der Ehrenmann

Menander, Monostichoi, 554

Greek (Liddell-Scott)

Πτώιος: συνῃρ. Πτῷος, ον, ἐπώνυμον τοῦ ἐν Δελφοῖς Ἀπόλλωνος ἀπὸ τοῦ ἐν Βοιωτίᾳ ὄρους Πτῴου, Συλλ. Ἐπιγρ. 1625, 83· - τὰ Πτώια, ἡ ἑορτὴ τοῦ Πτῴου Ἀπόλλωνος, αὐτόθι 39.

English (Slater)

Πτώιος son of Apollo and Zeuxippe, who gave his name to Mt. Ptoion in Boiotia, where was a sanctuary of Apollo. καί ποτε τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b. test., Σ Paus., 9. 23. 6, οὗτος (= Παυσανίας) Ἀθάμαντος καὶ Θεμιστοῦς φησὶ τὸν Πτῶον, Πίνδαρος δὲ ἐν ὕμνοις Ἀπόλλωνος καὶ τῆς Ἀθάμαντος θυγατέρος Ζευξίππης fr. 51c. ]εν Πτώιω[ι Πα. 7. f. 2.