βαλές

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208

Greek Monolingual

ο
1. ακόλουθος, υπηρέτης
2. φιγούρα της τράπουλας, ο φάντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. valet].