εἰσγραφή

From LSJ

Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter

Menander, Monostichoi, 171
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰσγρᾰφή Medium diacritics: εἰσγραφή Low diacritics: εισγραφή Capitals: ΕΙΣΓΡΑΦΗ
Transliteration A: eisgraphḗ Transliteration B: eisgraphē Transliteration C: eisgrafi Beta Code: ei)sgrafh/

English (LSJ)

ἡ, enrolment, εἰς τοὺς ἐφήβους D.C.59.2.

Spanish (DGE)

εἰσγραφῆς, ἡ
• Alolema(s): ἐσγραφή D.C.59.2.2
1 petición elevada al rey ἀνεγνώσθη μοι ἃ ὑπογεγράφεις ἐν τῇ εἰσγραφῇ ᾗ ἀναδέδωκαν οἱ κατοικοῦντες ἐν Καρδάκων κώμῃ Maier, GMBI 76.2 (Telmeso II a.C.).
2 proposición de decreto honorífico, con disposiciones sobre los honores a rendir, en sg. o plu. τειμᾶσθαι δὲ αὐτὸν καθ' ἔτος καὶ ταῖς κατὰ τὴν εἰσγραφὴν τειμαῖς IB 6.22 (imper.), εἰσγραφαὶ τειμῶν Μαυσώλου τοῦ Ἰάσονος IGR 3.704.1.21 (Licia II d.C.), cf. TAM 2.905.9.60 (Rodiápolis II d.C.).
3 inscripción, registro ἐπὶ τῇ ἑαυτοῦ ἐς τοὺς ἐφήβους ἐσγραφῇ en el momento de tomar la toga viril D.C.l.c.

German (Pape)

[Seite 741] ἡ, das Einschreiben; ἡ ἐς τοὺς ἐφήβους D. Cass. 59, 2.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσγρᾰφή: ἡ, ἐγγραφὴ ἢ καταγραφὴ εἰς, ἐπὶ τῇ ἑαυτοῦ ἐς τοῦς ἐφήβους ἐσγραφῇ Δίων Κ. 59. 2.