κατέβασμα
From LSJ
ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest
ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest
το
κατεβάζω
1. πορεία προς τα κάτω, κατάβαση, κάθοδος («στο κατέβασμα του βουνού μάς βρήκε η μπόρα»)
2. χαμήλωμα («το κατέβασμα τών βλεφάρων»)
3. υποτίμηση, υποβιβασμός («το κατέβασμα τών τιμών ζωήρεψε το εμπόριο»)
4. μτφ. χάσιμο εκτίμησης, απώλεια σεβασμού
5. κήλη, σπάσιμο, κατεβασιά.