κατσικήσιος

From LSJ

ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)

Source

Greek Monolingual

-α, -ο κατσίκα
αυτός που αναφέρεται στην κατσίκα ή προέρχεται από κατσίκα («κατσικήσιο γάλα»).