κηροτυπία

From LSJ

Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum

Menander, Monostichoi, 404

Greek Monolingual

η
μέθοδος χαρακτικής πάνω σε μετάλλινη πλάκα επιχρισμένη με κερί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κηρός + -τυπία (< -τύπος < τύπος < τύπτω), πρβλ. λινο-τυπία, μεταξοτυπία].