κυριέγκλειστος
From LSJ
Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει → Bonae indolis venena sunt mores mali → Verdorbne Sitten sind verderblich der Natur
Greek Monolingual
κυριέγκλειστος, ὁ (Μ)
ηγούμενος μοναστηριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύριος + ἔγκλειστος].
Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει → Bonae indolis venena sunt mores mali → Verdorbne Sitten sind verderblich der Natur
κυριέγκλειστος, ὁ (Μ)
ηγούμενος μοναστηριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύριος + ἔγκλειστος].