μυχαίτατος
Full diacritics: μῠχαίτατος | Medium diacritics: μυχαίτατος | Low diacritics: μυχαίτατος | Capitals: ΜΥΧΑΙΤΑΤΟΣ |
Transliteration A: mychaítatos | Transliteration B: mychaitatos | Transliteration C: mychaitatos | Beta Code: muxai/tatos |
Contents
English (LSJ)
η, ον, irreg. Sup. of μύχιος, Arist.Mu.393a32, St.Byz. A s.v. Ἄλωρος: Comp. μυχαίτερος Hdn.Epim.166; formed like μεσαίτατος, παλαίτατος.
German (Pape)
[Seite 223] unregelmäßiger superl. zu μύχιος; Arist. de mund. 3; μυχαίτερος, Hdn. ἐπιμ. 166.
Greek (Liddell-Scott)
μῠχαίτατος: -η, -ον, ἀνώμαλον ὑπερθετ. τοῦ μύχιος, Ἀριστ. π. Κόσμου 3. 10, Κλήμ. Ἀλ. 840, Στέφ. Β. ἐν λ. Ἄλωρος· συγκρ. μυχαίτερος, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 166· - σχηματισθὲν κατὰ τὰ μεσαίτατος, παλαίτατος.
Greek Monolingual
μυχαίτατος, -τάτη, -ον (ΑΜ, Α και μυχοίτατος και μύχατος και μυχώτατος Μ και μυχέστατος, -η, ον)
ο ενδότατος, ο εσώτατος, ο βαθύτατος, ο κρυμμένος πολύ βαθιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μυχαίτατος < μυχός, κατά τα υπερθετικά σε -αίτατος (πρβλ. μεσ-αίτατος). Ο τ. μυχέστατος < μυχός, κατά τα υπερθετικά σε -έστατος, πρβλ. ερρωμεν-έστατος, ενώ ο τ. μυχώτατος είναι μεταγενέστερος].
Russian (Dvoretsky)
μῠχαίτατος: Arst. superl. к μύχιος.