ξυρησμός

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξῠρησμός Medium diacritics: ξυρησμός Low diacritics: ξυρησμός Capitals: ΞΥΡΗΣΜΟΣ
Transliteration A: xyrēsmós Transliteration B: xyrēsmos Transliteration C: ksyrismos Beta Code: curhsmo/s

English (LSJ)

ὁ, = ξύρησις (shaving, baldness), Hdn. Epim. 180.

German (Pape)

[Seite 282] ὁ, = Vorigem, Hdn. Epimer. 180.

Greek (Liddell-Scott)

ξῠρησμός: ὁ, = τῷ προηγ., Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 180.

Greek Monolingual

ξυρησμός, ὁ (Α)
ξύρησις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξυρῶ + κατάλ. -σμος, κατά τα ουσ. σε -ισμός (< ρ. σε -ίζω), πρβλ. ναυαγησμός, νουθετησμός].