σαμπῖ

German (Pape)

[Seite 860] gew., aber minder richtig σάμπι betont, Herm. Schol. Ar. Nubb. 23, s. Σ ς.

French (Bailly abrégé)

(τό) :
mieux que σάμπι;
indécl.
sampi, signe d'écriture Ϡ, abréviation de C (l'une des formes du sigma) et de Π;
comme chiffre, Ϡ’ = 900.
Étymologie: σάν, πῖ.

Russian (Dvoretsky)

σαμπῖ: и σάμπι τό indecl. сампи (архаическая буква, имевшая форму Ϡ и произношение, близкое к σ; тж. означает число 900).

Greek (Liddell-Scott)

σαμπῖ: ἢ σάμπι, ἴδε Σ ς Β. 4.

Το σαμπί (Ͳ ͳ σε αρχαίες επιγραφές, μεταγενέστερα Ϡ ϡ μόνο ως αριθμός), είναι παλαιό και παρωχημένο πλέον γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, που εμφανιζόταν σαν γράμμα μόνο σε μερικές τοπικές παραλλαγές του αλφαβήτου στην αρχαία Ιωνία, και παρέμεινε σε χρήση αργότερα στην μετακλασσική Ελληνική μόνο σαν αριθμητικό σύμβολο για τον αριθμό 900.

Greek Monotonic

σαμπῖ: ή σάμπι, βλ. Σ, σ I.